Έρευνα δείχνει ότι τα περισσότερα παιδιά υπερβαίνουν τον συνιστώμενο χρόνο έκθεσης σε ψηφιακές οθόνες
Ο χρόνος που περνούν τα παιδιά μπροστά σε μια οθόνη σχεδόν τριπλασιάζεται από τους δώδεκα μήνες ως τα τρία χρόνια της ηλικίας τους, υπερβαίνοντας τα όρια που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ).
Μια μελέτη που δημοσίευσε το Jama Pediatrics έδειξε ότι στην ηλικία των 12 μηνών, τα παιδιά στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έβλεπαν τηλεόραση ή χειρίζονταν υπολογιστή, τάμπλετ ή κινητό τηλέφωνο πενήντα τρία λεπτά τη μέρα κατά μέσο όρο. Όταν όμως γίνουν τριών χρονών ο χρόνος αυτός γίνεται περίπου εκατό πενήντα λεπτά τη μέρα.
Είναι σαφώς γνωστό σε όσους παίζουν NoviBet online στοίχημα ότι υπάρχουν ειδικές διαδικασίες ασφαλείας για να μην έχουν πρόσβαση στην πλατφόρμα ανήλικοι.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κοινοποίησε νέα όρια τον Απρίλιο του 2019: Τα παιδιά κάτω του ενός έτους δεν πρέπει να περνούν καθόλου χρόνο μπροστά στην οθόνη, ενώ τα παιδιά κάτω των πέντε ετών δεν πρέπει να υπερβαίνουν τη μία ώρα. Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής, από την πλευρά της, συνιστά μηδαμινή έκθεση στα ψηφιακά μέσα για παιδιά κάτω των δύο ετών και την περιορίζει σε μια ώρα τη μέρα για τις ηλικίες τρία έως πέντε.
Παρά ταύτα, η μελέτη δείχνει ότι το 87% των παιδιών υπερβαίνουν τον συνιστώμενο χρόνο για την ηλικία τους. Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι ενώ ο χρόνος που περνούν τα παιδιά μπροστά στις διάφορες ψηφιακές οθόνες αυξάνεται διαρκώς μέχρι την ηλικία των πέντε περίπου ετών, όταν τα παιδιά γίνονται επτά ή οκτώ ετών ο χρόνος περιορίζεται πάλι σε λιγότερο από ενενήντα λεπτά τη μέρα. Οι ερευνητές αποδίδουν αυτή τη μείωση στην αύξηση του χρόνου που περνούν τα παιδιά σε σχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες.
Για τις ανάγκες της έρευνας τα παιδιά χωρίστηκαν σε δυο ομάδες, με βάση την αύξηση του χρόνου έκθεσης στις ψηφιακές οθόνες, από τους δώδεκα μήνες ως τα τρία τους χρόνια. Ο χρόνος μπροστά στην οθόνη για το πρώτο γκρουπ, που αριθμούσε το 73% του συνόλου των παιδιών, αυξήθηκε από πενήντα ένα λεπτά τη μέρα κατά μέσο όρο στους δώδεκα μήνες σε μία ώρα και σαράντα πέντε λεπτά περίπου στα τρία χρόνια. Στο δεύτερο γκρουπ, που αριθμούσε το 27% των παιδιών, ο χρόνος αυξήθηκε από τριάντα λεπτά τη μέρα κατά μέσο όρο στους δώδεκα μήνες, σε περίπου τέσσερις ώρες στα τρία χρόνια.
Η έρευνα έδειξε ότι τα παιδιά με γονείς που είχαν υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο είχαν λιγότερες πιθανότητες να βρεθούν στη δεύτερη ομάδα. Επίσης, τα κορίτσια είχαν λιγότερες πιθανότητες από τα αγόρια να βρεθούν στο δεύτερο γκρουπ, αλλά για τα πρωτότοκα παιδιά οι πιθανότητες ήταν περισσότερες.
Η Εντβίνα Γιόινγκ, ερευνήτρια στο Τμήμα Επιδημιολογίας του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, ανέφερε σε ένα δελτίο τύπου ότι «οι συνήθειες θέασης αναπτύσσονται από πολύ μικρή ηλικία», κρίνοντας ότι «οι παρεμβάσεις εκ μέρους των γονέων για να μειώσουν τον χρόνο που περνούν τα παιδιά τους μπροστά στην οθόνη μπορεί να έχουν περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας αν γίνουν σε μικρή ηλικία. Και ενώ ο χρόνος έκθεσης μειώνεται μόλις τα παιδιά αρχίσουν το σχολείο, παραμένει συνδεδεμένος με τις συνήθειες που διαμορφώνονται σε νεαρή ηλικία.