«Όσο μεγαλύτερη είναι η ατμοσφαιρική ρύπανση, τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος των ηλικιωμένων για άνοια και Αλτσχάιμερ»
Άλλη μια επιστημονική μελέτη συσχετίζει το βαθμό ρύπανσης του αέρα με την πιθανότητα να εμφανίσει ένας ηλικιωμένος Αλτσχάιμερ ή γενικότερα άνοια. Η αμερικανική έρευνα δείχνει ότι όσο μεγαλύτερη είναι η ατμοσφαιρική ρύπανση σε μια περιοχή, τόσο αυξάνει ο κίνδυνος εμφάνισης στον εγκέφαλο των πλακών της πρωτεΐνης βήτα-αμυλοειδούς, που αποτελούν χαρακτηριστικό γνώρισμα της νόσου Αλτσχάιμερ.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Τζιλ Ραμπινοβίτσι του Τμήματος Νευρολογίας και του Ινστιτούτου Νευροεπιστημών Weill του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό νευρολογίας "JAMA Neurology", ανέλυσαν απεικονιστικές εξετάσεις ποζιτρονικής τομογραφίας (ΡΕΤ) 18.178 ατόμων με μέση ηλικία 75 ετών. Όλοι είχαν άνοια ή ήπια γνωστική διαταραχή (συχνά μια πρόδρομη κατάσταση της άνοιας) και τα αποτελέσματα της εξέτασης ΡΕΤ καθενός ατόμου συσχετίστηκαν με το επίπεδο ρύπανσης του αέρα στον τόπο διαμονής του (με βάση τα μικροσωματίδια ΡΜ2,5 και το όζον).
Διαπιστώθηκε ότι όσοι έμεναν στα μέρη με την μεγαλύτερη ατμοσφαιρική ρύπανση, είχαν κατά μέσο όρο 10% μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν πλάκες αμυλοειδούς στον εγκέφαλο τους, σε σχέση με όσους ζούσαν στις περιοχές με την μικρότερη ρύπανση. Η μελέτη έρχεται να προστεθεί σε προηγούμενες που δείχνουν ότι η ρύπανση του αέρα από αυτοκίνητα, εργοστάσια, πυρκαγιές, τζάκια και άλλες πηγές ρύπων αποτελεί παράγοντα κινδύνου για άνοια, όπως το κάπνισμα, ο διαβήτης, το πολύ αλκοόλ, ο τραυματισμός στο κεφάλι κ.α.
«Η νέα μελέτη παρέχει πρόσθετες ενδείξεις σε μια συνεχώς διογκούμενη και συγκλίνουσα ιατρική βιογραφία, η οποία περιλαμβάνει από έρευνες σε ζώα έως επιδημιολογικές μελέτες και η οποία δείχνει ότι η ρύπανση του αέρα αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για τη νόσο Αλτσχάιμερ και την άνοια», δήλωσε ο δρ Ραμπινοβίτσι.
«Η συχνή έκθεση ενός ανθρώπου στη διάρκεια της καθημερινής ζωής του ακόμη και σε επίπεδα σωματιδίων ΡΜ2,5 που θεωρούνται φυσιολογικά, μπορούν να συμβάλλουν στην πρόκληση χρόνιας φλεγμονώδους αντίδρασης. Με το πέρασμα του χρόνου, αυτό μπορεί να επιδράσει αρνητικά στην υγεία του εγκεφάλου με διάφορους τρόπους και, μεταξύ άλλων, να οδηγήσει στη συσσώρευση πλακών αμυλοειδούς», πρόσθεσε ο νευρολόγος δρ Λεονάρντο Ιακαρίνο του ίδιου πανεπιστημίου.
Σημειωτέον ότι το 40% των εξετάσεων ΡΕΤ δεν έδειξαν πλάκες αμυλοειδούς στον εγκέφαλο, συνεπώς αφορούσαν άλλες μορφές άνοιας πέρα από τη νόσο Αλτσχάιμερ, όπως μετωποκροταφική ή αγγειακή άνοια, οι οποίες δεν συνοδεύονται από την ύπαρξη των ίδιων εγκεφαλικών πλακών αμυλοειδούς.
Στη μελέτη συμμετείχε ο ελληνικής καταγωγής καθηγητής Κωνσταντίνος Γκατσώνης του Τμήματος Βιοσταστιτικής της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Μπράουν του Ρόουντ Άϊλαντ.