Η θεωρία για τα smartphones και την εξάρτηση της νεολαίας
Πόσο συνηθισμένη είναι η εικόνα μιας παρέας σε μία κοινωνική εκδήλωση ή ένα πάρτι να κρατάει ένα ποτήρι με το ποτό του ή ένα μπουκάλι μπύρας; Αρκετά έως πολύ θα απαντούσαμε χωρίς δεύτερη σκέψη. Να κρατά κάποιος ένα τσιγάρο; Μία εικόνα τόσο οικεία που αν δεν υπήρχε η ενοχλητική μυρωδιά και η ομίχλη που δημιουργεί ο καπνός μπορεί να μην δίναμε καμία σημασία.
Η εικόνα του να κάνει κάποιος χρήση ναρκωτικών είτε σε δημόσια θέα, είτε κατ’ οίκον μπροστά σε γονείς ή παιδιά, είτε σε μπαρ και πάρτι σίγουρα δεν είναι οικεία και σίγουρα δεν (θα έπρεπε να) είναι συνηθισμένη. Είναι αληθινή όμως και δεν μπορούμε να στρουθοκαμηλίζουμε. Σε όλο το φάσμα των ηλικιών, από τα 10 χρόνια μέχρι και τα 80.
Τώρα ας αναλογιστούμε ποια άλλη εικόνα μας είναι αρκετά οικεία αν καταφέρουμε να σηκώσουμε το κεφάλι μας από την οθόνη του κινητού μας. Οι υπόλοιποι άνθρωποι που βρίσκονται γύρω μας σε οποιαδήποτε συνθήκη βρισκόμαστε και κοιτούν την οθόνη του κινητού τους τηλεφώνου. Εκτός και αν είμαστε σε χώρο με απόλυτη μοναξιά. Όπου και σε αυτή την περίπτωση πλέον, ας είμαστε ειλικρινείς, σπάνια δεν θα κοιτάξουμε το κινητό μας για ένα καινούριο μήνυμα στο messenger/viber/gtalk/hangout/WhatsApp ή όποια άλλη εφαρμογή υπάρχει για ανταλλαγή μηνυμάτων.
Πόσες και πόσες φορές για να αποφύγουμε μία άβολη ή βαρετή στιγμή έχουμε καταφύγει στο smartphone μας; «Εγώ σίγουρα το έχω κάνει σε πάρτι που πηγαίνω. Τα παιδιά κάθονται σε έναν κύκλο και “πασάρουν” ένα τσιγαριλίκι ή ένα bong. Δεν θέλω να καπνίσω “μαύρο” οπότε κάθομαι έξω από τον κύκλο και σερφάρω στο ίντερνετ», αναφέρει η 17χρονη μαθήτρια λυκείου, Αλεξάντρα Έλιοτ στους «Times» της Νέας Υόρκης.
«Όταν χρησιμοποιώ το κινητό μου νιώθω μία ευφορία. Και για αυτό το χρησιμοποιώ όσο περισσότερο μπορώ. Σπάνια δεν το έχω στο χέρι μου», σχολιάζει η 18χρονη Μέλανι Κλαρκ για να δώσει άλλον έναν πόντο σε όσους υποστηρίζουν πως «τα smartphones μπορεί να αποδειχθούν το ναρκωτικό του 21ου αιώνα».
Τα στοιχεία και τα δεδομένα
«Όταν μπαίνω στο σπίτι ενστικτωδώς θα πιάσω το κινητό μου. Δεν πίνω ναρκωτικά αλλά πολλοί φίλοι μου το κάνουν. Εκείνοι όταν μπουν στο σπίτι θα κοιτάξουν να στρίψουν ένα τσιγάρο», σχολιάζει η νεαρή Κλαρκ.
Εν μέσω μίας «επιδημίας οπιούχων» (όπως την έχουν χαρακτηρίσει επιστήμονες στην Αμερική), της αύξησης των συνθετικών ναρκωτικών αλλά και την ολοένα μεγαλύτερη αποποινικοποίηση (νομική και πνευματική) της μαριχουάνας υπάρχουν κάποια στοιχεία που με μία πρώτη ματιά αναφέρονται ως «αντικρουόμενα».
Σε ηλικίες μεταξύ 8 και 17 έτη, τα τελευταία δέκα με δώδεκα χρόνια έχει παρατηρηθεί αισθητή μείωση στην κατανάλωση οπιούχων, μείωση στην χρήση μαριχουάνας στις πολύ μικρές ηλικίες και σταθεροποίηση στην χρήση στις ηλικίες που πλησιάζουν την ενηλικίωση. Παρόλα αυτά φαίνεται πως η νεολαία στις ΗΠΑ έχει γυρίσει την πλάτη της στην κοκαΐνη, τα παραισθησιογόνα (πλην LSD), το έκστασι και το κρακ. Ακόμα και στην περίπτωση της ηρωίνης, όπου αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για τους ενήλικες σε αμερικανικές κοινότητες, έχει μειωθεί η χρήση της ανάμεσα στους μαθητές λυκείου, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας που χρηματοδοτείται από το κράτος για να παρακολουθεί και να καταγράφει την χρήση και τις τάσεις όσον αφορά στην χρήση ναρκωτικών στις σχολικές ηλικίες, ονόματι «Monitoring The Future».
Αυτή η κίνηση έρχεται αντίρροπα με την πραγματική έκρηξη στην χρήση των smartphones. Η ίδια η πραγματικότητα γύρω μας έχει οδηγήσει μία μερίδα επιστημόνων να θεωρούν τα έξυπνα κινητά τη «νέα μάστιγα» για τη νεολαία (και όχι μόνο).
Το 2015 δημοσιεύθηκαν τα αποτελέσματα μίας έρευνας από το Κέντρο Ερευνών Pew στις ΗΠΑ, καθώς και εκείνα από την Common Sense Media τα οποία ούτε λίγο ούτε πολύ αναδεικνύουν τα εξής: Παιδιά μεταξύ 13 και 18 ετών περνούν κατά μέσο όρο 6.5 ώρες μπροστά από τις οθόνες των smartphones. Το 24% παιδιών από τα 13 έως τα 17 δήλωσαν πως είναι «μονίμως online». Και δεν αναφέρονται σε κάτι «τεχνολογικοφοβικό» αλλά στο overdose χρήσης κινητών και tablets.
«Είναι η χρήση των ναρκωτικών μειωμένη γιατί τα παιδιά είναι απασχολημένα στα κινητά τους;»
Αυτή είναι η ερώτηση που προσπαθούν να απαντήσουν ερευνητές στις ΗΠΑ αυτή τη στιγμή. Η Νόρα Βόλκοφ, διευθύντρια του Εθνικού Ινστιτούτου για την χρήση ναρκωτικών λέει πως «κάτι συμβαίνει σίγουρα». «Τα διαδραστικά μέσα μπορούν να ιδωθούν και υπό το πρίσμα των εναλλακτικών ναρκωτικών», σημειώνει με νόημα η κα. Βόλκοφ και συνεχίζει «τα πιτσιρίκια μπορούν κυριολεκτικά να “φτιαχτούν” παίζοντας παιχνίδια σε κινητά και υπολογιστές».
Η αιρετική αυτή θεωρία «μένει να αποδειχθεί» αναφέρει η Σίλβια Μάρτινς, ειδικός της κατάχρησης ουσιών του Πανεπιστήμιο Κολούμπια. «Η υπερβολική ενασχόληση με τα video games και τα social media ικανοποιούν την ανάγκη για ευχαρίστηση. Ειδικά στις νεαρές ηλικίες η ανάγκη αυτή είναι τελείως καινοφανής και κούφια. Ακριβώς τον ίδιο μηχανισμό έχουν και τα ναρκωτικά», συμπληρώνει με νόημα η επιστήμονας. Ο παραλληλισμός αυτός είναι εύλογος ωστόσο μένει να φανεί το κατά πόσο έχει στέρεες βάσεις.
Οι πιθανότητες πάντως, οι αντίθετες πορείες που ακολουθούνται στην χρήση ναρκωτικών και έξυπνων κινητών μεταξύ των νεαρών ηλικιών, να είναι (σε ένα βαθμό) αλληλένδετες, αξίζουν να μελετηθούν. Έτσι και αλλιώς η ενασχόληση με τον ψηφιακό κόσμο δημιουργεί τα ίδια ερεθίσματα για πειραματισμό και την αναζήτηση της ελευθερίας όπως ακριβώς επιτυγχάνεται με την χρήση ναρκωτικών. Ο ψυχολόγος σε σχολείο, Έρικ Έλιοτ γνωρίζει πως η ανήλικη κόρη του καπνίζει τσιγαριλίκια. Και δεν δείχνει να ανησυχεί ιδιαίτερα για αυτό καθώς «η μαριχουάνα δεν την ορίζει, το κινητό της ωστόσο είναι κάτι που υπάρχει πάντα πάνω στο μαξιλάρι της το βράδυ».
«Το application που σε “φτιάχνει” χωρίς να χρησιμοποιήσεις ναρκωτικά»
Έτσι τουλάχιστον υπόσχεται το «Ganzfeld Effect» application στους χρήστες του. Η συγκεκριμένη εφαρμογή προσπαθεί να περάσει τις συνθήκες του πειράματος που έκανε ο ψυχολόγος Βόλφγκανγκ Μέτζερ το 1930 δημιουργώντας με τεχνικό τρόπο χωρίς την χορήγηση ψυχοτρόπων ουσιών παραισθήσεις στα «υποκείμενα» της έρευνας. Συγκεκριμένα ο Μέτζερ τοποθέτησε έναν άνθρωπο σε τεχνική απομόνωση κλείνοντάς του τα μάτια με ένα λευκό αντικείμενο και τοποθετώντας ακουστικά στα αυτιά του που «έπαιζαν» συνεχώς «λευκό θόρυβο».
Το πείραμα κρατά από 20 έως 30 λεπτά και για όσους το έχουν δοκιμάσει ήταν μία αξέχαστη εμπειρία καθώς βίωσαν ένα «τριπ» σε έναν κόσμο παραισθήσεων, το οποίο μόνο με κατανάλωση συγκεκριμένων ναρκωτικών μπορούσαν να το συγκρίνουν.
Αυτό το «τριπ» υπόσχεται λοιπόν και η εφαρμογή χρησιμοποιώντας μία διαφημιστική τακτική που ταυτίζει τα αποτελέσματα της χρήσης του πειράματος με τα αποτελέσματα της χρήσης παραισθησιογόνων χαπιών ή μανιταριών. Το αν τα καταφέρνει μένει στην διακριτική ευχέρεια του κάθε χρήστη.